Μιά φορά ένα παιδί δευτέρας γυμνασίου ήρθε στο Καλύβι καί χτύπησε το σιδεράκι στην πόρτα.
Είχα ένα τσουβάλι γράμματα νά διαβάσω, αλλά είπα, ας βγώ νά δώ τί θέλει. Τί είναι, παλληκάρι;, του λέω. Αυτό είναι το Καλύβι του πατρός Παϊσίου; μέ ρωτάει. Θέλω τον πατέραΠαΐσιο. Αυτό είναι, αλλά αυτός δέν είναι εδώ πήγε νά άγοράση τσιγάρα, του λέω. Φαίνεται κάποιον πήγε νά εξυπηρέτηση, μοϋ λέει μέ καλό λογισμό.
Γιά τον εαυτό του πήγε νά τά άγοράση, του λέω. Του είχαν τελειώσει καί έκανε σάν τρελλός γιά τά τσιγάρα. Έμενα μέ άφησε έδώ μόνον μου καί ούτε ξέρω πότε θά γυρίση. Άν δώ ότι άργεί, θά σηκωθώ νά φύγω. Βούρκωσαν τά μάτια του καί μέ καλό πάλι λογισμό είπε:
Τον κουράζουμε τον Γέροντα. Τί τον θέλεις;, τόν ρωτάω. Τήν ευχή του θέλω νά πάρω, μοϋ λέει. Τί ευχή νά πάρης, μωρέ! Αυτός είναι πλανεμένος δεν έχει χαΐρι εγώ τον ξέρω καλά. Μην περιμένης άδικα, γιατί, κι όταν γυρίση, θά είναι νευριασμένος,ίσως είναι και μεθυσμένος, επειδή πίνει κιόλας. Άλλα εκείνο έβαζε συνέχεια καλό λογισμό.
Τέλος πάντων, του λέω, εγώ θά περιμένω λίγο ακόμη, τί θέλεις νά του πώ;’Έχω ένα γράμμα νά του δώσω, μου λέει, αλλά θά περιμένω νά πάρω καί την ευχή του. Είδατε; Ό,τι του έλεγα, το έπαιρνε μέ καλό λογισμό. Του είπα: σάν τρελλός έκανε γιά τά τσιγάρα καί το καημένο αναστέναξε, βούρκωσαν τά μάτια του. Ποιος ξέρει, είπε, κάποιον θά ήθελε νά εξυπηρέτηση.
Άλλοι τόσα διαβάζουν, κι εκείνο, παιδάκι δευτέρας γυμνασίου, και νά εχη τόσο καλούς λογισμούς!Νά τοϋ χαλάς τον λογισμό καί αυτό νά φτιάχνη καλύτερο λογισμό καί νά βγάζη πιο καλό συμπέρασμα.
Το θαύμασα!
Πρώτη φορά είδα τέτοιο πράγμα!
Ἁγιου Παϊσίου Ἁγιορείτου..
Φωτογραφία του ηλιας Στεφανου χαιντουτη.
Είχα ένα τσουβάλι γράμματα νά διαβάσω, αλλά είπα, ας βγώ νά δώ τί θέλει. Τί είναι, παλληκάρι;, του λέω. Αυτό είναι το Καλύβι του πατρός Παϊσίου; μέ ρωτάει. Θέλω τον πατέραΠαΐσιο. Αυτό είναι, αλλά αυτός δέν είναι εδώ πήγε νά άγοράση τσιγάρα, του λέω. Φαίνεται κάποιον πήγε νά εξυπηρέτηση, μοϋ λέει μέ καλό λογισμό.
Γιά τον εαυτό του πήγε νά τά άγοράση, του λέω. Του είχαν τελειώσει καί έκανε σάν τρελλός γιά τά τσιγάρα. Έμενα μέ άφησε έδώ μόνον μου καί ούτε ξέρω πότε θά γυρίση. Άν δώ ότι άργεί, θά σηκωθώ νά φύγω. Βούρκωσαν τά μάτια του καί μέ καλό πάλι λογισμό είπε:
Τον κουράζουμε τον Γέροντα. Τί τον θέλεις;, τόν ρωτάω. Τήν ευχή του θέλω νά πάρω, μοϋ λέει. Τί ευχή νά πάρης, μωρέ! Αυτός είναι πλανεμένος δεν έχει χαΐρι εγώ τον ξέρω καλά. Μην περιμένης άδικα, γιατί, κι όταν γυρίση, θά είναι νευριασμένος,ίσως είναι και μεθυσμένος, επειδή πίνει κιόλας. Άλλα εκείνο έβαζε συνέχεια καλό λογισμό.
Τέλος πάντων, του λέω, εγώ θά περιμένω λίγο ακόμη, τί θέλεις νά του πώ;’Έχω ένα γράμμα νά του δώσω, μου λέει, αλλά θά περιμένω νά πάρω καί την ευχή του. Είδατε; Ό,τι του έλεγα, το έπαιρνε μέ καλό λογισμό. Του είπα: σάν τρελλός έκανε γιά τά τσιγάρα καί το καημένο αναστέναξε, βούρκωσαν τά μάτια του. Ποιος ξέρει, είπε, κάποιον θά ήθελε νά εξυπηρέτηση.
Άλλοι τόσα διαβάζουν, κι εκείνο, παιδάκι δευτέρας γυμνασίου, και νά εχη τόσο καλούς λογισμούς!Νά τοϋ χαλάς τον λογισμό καί αυτό νά φτιάχνη καλύτερο λογισμό καί νά βγάζη πιο καλό συμπέρασμα.
Το θαύμασα!
Πρώτη φορά είδα τέτοιο πράγμα!
Ἁγιου Παϊσίου Ἁγιορείτου..
Φωτογραφία του ηλιας Στεφανου χαιντουτη.
https://www.facebook.com/%CE%91%CE%B3%CE%AF%CE%BF%CF%85-%CE%A0%CE%B1%CF%8A%CF%83%CE%AF%CE%BF%CF%85-%CE%91%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%81%CE%B5%CE%AF%CF%84%CE%BF%CF%85-1566462536930889/?fref=photo
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου