Henri de Lubac
Ο ΝΙΤΣΕ ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΗΣ (ΜΥΣΤΙΚΟΣ)
Ο Λάϊμπνιτς, προσπαθώντας να ανατρέψει την έννοια του σοφού του Σπινόζα και της ευτυχίας, έγραφε: " Ο Σπινόζα φαντάζεται πώς ξεκινώντας από την ημέρα κατά την οποία ο άνθρωπος γνωρίζει πώς τα γεγονότα είναι το προϊόν της ανάγκης, το πνεύμα του βρίσκεται αμέσως επαρκώς στερεωμένο. Παρ'όλα αυτά λόγω αυτής ακριβώς της υποχρεώσεως, δεν ευχαριστεί πλέον την καρδιά του ασθενούς και αυτός δεν αισθάνεται λυτρωμένος από το δικό του κακό". Μ'αυτόν τον τρόπο όμως δεν διείσδυσε βαθειά στην σκέψη του φιλοσόφου και έτσι δεν υπήρξε δυσκολία να αποδειχθεί πώς μία τέτοια ανασκευή έμενε απλώς στην επιφάνεια. Στην πραγματικότητα όταν ο σοφός του Σπινόζα ανυψώνεται μέχρι να θεωρήσει την καθολική Ανάγκη, δεν το επιτυγχάνει μέσω μίας συνηθισμένης επιστήμης, η οποία εκτός των άλλων θα τον άφηνε στην μίζερη κατάστασή του: χάρη σε μία αρετή ενός συγκεκριμένου είδους διαισθήσεως, δεν είναι πλέον ο "ασθενής", για τον οποίο συνεχίζει να μιλά ο Λάϊμπνιτζ. Το όν που δέχεται την γνώση του τρίτου βαθμού-εάν αυτή δεν είναι ψεύτικη-δεν είναι πλέον καθεαυτό ένα από τα άπειρα στοιχεία από τα οποία συνίσταται η natura naturata (η δημιουργημένη Φύσις) : Μετέχει στην natura naturans(στην δημιουργό Φύση).
Όπως φαίνεται είναι μία ανάλογη ιδέα με του Νίτσε. Από την μία στην άλλη, όμως, υπάρχει μία διαφορά, η οποία εξασφαλίζει την απομάκρυνση ακόμη περισσότερο από την πρώτη, από την ανασκευή του Λάϊμπνιτς: Βεβαίως δεν αναφερόμαστε στον χαρακτήρα του Πάθους, τόσο αντίθετο με την απρόσωπη ειρήνη, για να μην πούμε την ψυχρότητα, μίας σκέψης η οποία προοδεύει με τον γεωμετρικό κανόνα. Ότι, κάτω από εκείνη την φαινομενική ψυχρότητα, έκαιγε ίσως μία φλόγα, είχε γίνει κατανοητό ήδη. Ο Σπινόζα ήταν "μεθυσμένος του Θεού, εκστασιασμένος" . Στον Νίτσε όμως δεν υπάρχει ίχνος της Natura naturans. Καμμία Θεότης, καμμία αντικειμενική ουσία, καμμία αιώνια ιδέα. Τίποτε που να μοιάζει μ'έναν πλατωνικό κόσμο. Επομένως και καμία οντολογία. Όσο αυστηρή και άκαμπτη μπορεί να είναι γι'αυτούς που την υπομένουν ή ανάγκη που γεννιέται από την Μοίρα(Fatum), είναι καθαρή τυχαιότης, καθότι είναι καθαρή επινόηση: παιχνίδι των κύβων, θεία φαντασία, χορός στο κέντρο ενός άδειου ουρανού….Και όταν ο Ζαρατούστρα ανακαλύπτει πώς συμπίπτει με μία τέτοια αρχή, ανακαλύπτει μάλλον, πώς δέν υπήρχε καμμία ανώτερη αρχή στην οποία ήταν απαραίτητο να αναφέρεται: ο νόμος του κόσμου είναι στην ολότητα του, κάθε στιγμή, μία παραγωγή της προαιρέσεως του. Νίκησε κάθε πνεύμα της βαρύτητος. Είναι καθ'αυτός αιώνιος και όχι λόγω συμμετοχής. Η καλύτερα γίνεται αιώνιος. Κάθε αξία προέρχεται από την Βούλησή του. Όλη του η γνώση είναι δημιουργική.
Υπέρτατο άστρο του Είναι.
Κλίμακα αιωνίων Δημιουργιών (Διθύραμβοι στον Διόνυσο)
Η Νιτσεϊκή ιδέα δεν παρουσιάζει τόσο αναλογίες με την σκέψη του Σπινόζα, όσο με τον Βουδισμό. Ο ΝΙΤΣΕ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΕ ΝΑ ΙΔΡΥΣΕΙ ΕΝΑΝ "ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΒΟΥΔΙΣΜΟ". Δεν υπάρχει αμφιβολία πώς υμνεί την ζωή, δεν την ευνουχίζει. Ψάχνει το κεντρικό σημείο από όπου ξεπηδά ολόκληρη η ζωή, και όχι το κεντρικό σημείο όπου κάθε ζωή σβύνει. Παρ'όλα αυτά τραγούδησε μ'έναν έξοχο τρόπο το μυστήριο της νύχτας και τον ύπνο, αγαπητή μεταφορά στον Ινδικό μυστικισμό. Δεν εορτάζει "την καταστροφή του σπιτιού" αντιθέτως, τραγουδά την αιώνια επαναοικοδόμηση. Και όμως η σύλληψή του, του υπερανθρώπου, παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με την σύλληψη του Βούδα, του φωτισμένου ανθρώπου ο οποίος, ακριβώς γι'αυτό, είναι περισσότερο από άνθρωπος. Αυτού ο οποίος γνωρίζει χάρις σε μία μυστηριώδη έμπνευση, όχι το μυστικό ενός όντος που δεν υπάρχει, αλλά το μυστικό του συμπαντικού γίγνεσθαι "Δεν είμαι ένας άνθρωπος, δεν είμαι ένας Θεός: γνώρισε πώς είμαι ένας Βούδας" Έτσι θα μπορούσε να μιλήσει ο Ζαρατούστρα: όπως ο Σακυαμούνι, πρωταγωνιστής ενός μυστικισμού χωρίς Θεό. Και εξίσου με τον Σακυαμούνι, δεν απαιτεί να φτάσει στον βαθμό του, στην κοσμική σειρά των μεγάλων φωτισμένων. Αυτή η σκέψη ενδύεται μία μορφή καθαρά Βουδιστική "Σε καθέναν από τους επόμενους κύκλους της ανθρώπινης ιστορίας, υπάρχει πάντοτε μία στιγμή στην οποία, για έναν απομονωμένο άνθρωπο, και στην συνέχεια για πολλούς, ύστερα δε για όλους, υψώνεται ο δυνατός λόγος περισσότερο από κάθε άλλον, της Αιώνιας Επιστροφής όλων των πραγμάτων. Τότε ηχεί κάθε φορά για την ανθρωπότητα η ώρα του μεσουρανήματος".
Η αναλογία όμως πάει παραπέρα: δυναμώνει ακριβώς χάρη σ'αυτό που οι πολλοί, ανάμεσα τους και η Λού Σαλομέ, είδαν μόνον σάν μία αντίθεση. Για τον Νίτσε, λέει η Λού Σαλομέ, "ο σκοπός της πιο υψηλής ηθικής φιλοδοξίας δεν είναι η απελευθέρωση από την υποχρέωση της επιστροφής, αλλά η χαρούμενη μεταστροφή σ'αυτή, δεν είναι το Νιρβάνα, αλλά το Σαμσάρα, το όνομα του μέγιστου ιδανικού" Αυτό είναι αλήθεια. Η νιτσεϊκή αιωνιότης βρίσκεται όλη στο γίγνεσθαι, τόσο μάλιστα που άδειασε από κάθε ουσία και πέρασε ολόκληρη στον αντίθετο όρο. Αυτό είναι που επιτρέπει στον Νίτσε να πεί πώς ακόμη και στην πνευματική σφαίρα, πιστεύουμε αποκλειστικώς στο γίγνεσθαι". Δεν πρέπει να ξεχνούμε πώς ούτε για τον Βουδισμό υπάρχει μία ανεξάρτητη αιωνιότης. Η Βουδιστική σωτηρία είναι καθαρή ελευθερία. Δεν συνίσταται καθόλου από το πέρασμα από την σφαίρα του Σαμσάρα, σε μίαν άλλη σφαίρα. Στο τέλος της εκφράστηκε σ'ένα δόγμα, το οποίο ο Νίτσε θα θαύμαζε με σιγουριά, εάν είχε την δυνατότητα να το γνωρίσει : το δόγμα του mahayama, του νιρβάνα που δεν είναι το σταμάτημα.
Είναι γνωστό πώς σύμφωνα με το Μεγάλο Μονοπάτι, ο Μποντισάτβα εξαιτίας ενός όρκου φιλανθρωπίας, καθυστερεί επ'άπειρον την είσοδο του στο νιρβάνα, παρότι έχει ήδη πραγματοποιήσει όλες τις συνθήκες για να εισέλθει. Μιλώντας μ'αυτόν τον τρόπο όμως, ομιλούμε με τον τρόπο της φαινομενικότητος. Όταν εξαφανίζεται κάθε "κλείσιμο" τότε κατακτάται η "Βουδιτά" . Ο σοφός μπορεί ακόμη να πάει και να γυρίσει, να σκεφτεί και να πράξει, να κηρύξει και να αφιερωθεί, να γεννηθεί και να πεθάνει, όσο υπάρχει ο κόσμος, επ'άπειρον. "Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμμία διαφορά ανάμεσα στην παραγωγή και την εξαφάνιση της προσωπικότητος, ανάμεσα στο Σαμσάρα και το Νιρβάνα" (Nagarjuana. E Asanga). Αυτό δεν του περιορίζει την ελευθερία. Δεν βρίσκεται σ'ένα ξεχωριστό Νιρβάνα, αλλά δεν είναι πλέον στην Φυλακή του Σαμσάρα. Καθότι γι'αυτόν, ο οποίος είδε τα μετόπισθεν των πραγμάτων "για το νιρβάνα είναι το σαμσάρα, και το σαμσάρα είναι το νιρβάνα, ανάμεσα δε στα δύο δεν υπάρχει καμία διαφορά". Δεν αντικατέστησε μία ψευδαίσθηση με μίαν άλλη ψευδαίσθηση. Έφτασε εκείνη την σημασία της καθολικότητος, στην οποία το νιρβάνα και το σαμσάρα έχουν μία μοναδική γεύση". Το νιρβάνα του είναι το νιρβάνα που δεν είναι το σταμάτημα, το μοναδικό αληθινό νιρβάνα. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για την νιτσεϊκή αιωνιότητα, annulusaeternitatis. Δεν είναι ξεχωριστή σε σχέση με το γίγνεσθαι. Δεν είναι καθόλου άλλο πράγμα σε σχέση με την αιώνια επανάληψη, ένα άλλο όνομα του συμπαντικού σαμσάρα. Και από το ένα μέρος λοιπόν και από το άλλο δεν έχουμε ένα δόγμα της αιωνιότητος μέσα στην στιγμή; Όχι σε μία στιγμή που μισοανοίγει και χάνεται για να αφήσει να εμφανιστεί μία αιωνιότης έτοιμη, δομημένη έξω από αυτόν. Όχι σε μία στιγμή προνομιούχο στην οποία θα αναποδογύριζόταν η ανθρωπότης, αλλά στην στιγμή καθεαυτή, φορτωμένη με την γεύση της αιωνιότητος "Η αποτύπωση στο Γίγνεσθαι, τον χαρακτήρα του Είναι: αυτή είναι η υπέρτατη θέληση για δύναμη".
Εκπληκτική αναλογία, που μας δείχνει γι'ακόμη μία φορά, πώς το πνεύμα δεν επινοεί ποτέ λύσεις εξ'ολοκλήρου άγνωστες και ανέκδοτες. ο"ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΒΟΥΔΙΣΜΟΣ" του Νίτσε, είναι παρ'όλα αυτά, αρκετά διαφορετικός από τον Βουδισμό του Βούδα ή του Asanga. Μάλιστα η έμπνευση των δύο δογμάτων είναι σχεδόν στους αντίποδες. Επι πλέον δε ο Μυστικισμός του Νίτσε έχει απηχήσεις που εκείνος των μεγάλων Γιόγκι δεν γνωρίζει. Ποτέ από αυτόν τον μυστικισμό δεν απελευθερώνεται εκείνο το "τρέμουλο χαράς ανακατεμένο με δάκρυα", που είναι μία ειδική ιδιαιτερότης του Νίτσε. Θέλοντας να βρούμε μίαν άλλη ινδική αναλογία, συμπληρωματική στην Βουδιστική αναλογία, μπορούμε να την έχουμε στον χορό του Σίβα. Το παθητικό στοιχείο έρχεται μ'αυτόν τον τρόπο, να επαναεισαχθεί-προς όφελος όμως, μίας πιο χλιαρής ζωτικότητος και ρισκάροντας να επιστρέψει και να εδραιώσει την αρχική αντίφαση. Δεν υπάρχει ένα απολύτως κατάλληλο σύμβολο. Το ίδιο το πρόσωπο του Ζαρατούστρα, έτσι όπως το σχεδίασε ο Νίτσε, δεν εκφράζει την εμπειρία του εις βάθος. Δεν φέρει μαζί του όλη την τραγωδία που προαναγγέλλει. Ο Νίτσε λοιπόν, θα επιστρέψει, προτιμώντας-από το 1885-το σύμβολο της νιότης του , στον Διόνυσο. "Ο μεγάλος διφορούμενος" θα επιστρέψει να παρουσιάζεται πλέον σ'αυτόν σε κάθε του βήμα. Θα ονειρευτεί να προσφέρει μία σύνθεση της σκέψης του, εκθέτοντας την "φιλοσοφία αυτού του Θεού". Και ο Θεός της εκστάσεως και της οργιαστικής ζωής θα του παρουσιαστεί σαν πιο κατάλληλος να ορίσει την Φρενετική του αντίθεση σ'Αυτόν, η εικόνα του οποίου δεν θα πάψει να τον βασανίζει μέχρι το τέλος. Ο Ζαρατούστρα εναντιωνόταν στον προφήτη της Γαλιλαίας. Ο Διόνυσος, στο μυστικό του πάθος, αντιτίθεται στον εσταυρωμένο του Γολγοθα.
Συμπλήρωμα: Ο ύμνος στο μυστήριο της νύχτας και του ύπνου, βρίσκεται στην χαρούμενη επιστήμη, με τον τίτλο: "το μυστηριώδες πλεούμενο"
…..Ξαφνικά βυθίζονται αισθήσεις και σκέψεις
σε μία αιώνια μονοτονία,
και μία Άβυσσος χωρίς σύνορα
ανοίγει…..
…..Ξαφνικά βυθίζονται αισθήσεις και σκέψεις
σε μία αιώνια μονοτονία,
και μία Άβυσσος χωρίς σύνορα
ανοίγει…..
….Τί ήταν ; Μήπως αίμα;-
Τίποτε δεν συνέβη: Όλοι εμείς στον ύπνο, στον ύπνο
είμαστε-τόσο υπέροχα, τόσο υπέροχα.
είμαστε-τόσο υπέροχα, τόσο υπέροχα.
Αγαπά επίσης να προσεγγίζει τις εικόνες του ήλιου και της Νύχτας (Δόξα και αιωνιότης) και ένα από τα ωραιότερα ποιήματα του είναι "ο νυχτερινός ύμνος", στο 2ο βιβλίο του Ζαρατούστρα
"Φώς εγώ είμαι Αχ, να ήμουν νύχτα. Όμως αυτή είναι η μοναξιά μου, πώς είμαι μία μάντρα φωτός! Αχ να ήμουν σκοτεινός και νυχτερινός. Πώς θα ήθελα να βυζάξω από τα στήθη του Φωτός…. Είναι νύχτα: θα'πρεπε να είναι Φώς! Και δίψα νυχτερινή! Και μοναξιά".
Τέλος στον επίλογο του "πέραν του Καλού και του Κακού" γράφει !
"Φώς εγώ είμαι Αχ, να ήμουν νύχτα. Όμως αυτή είναι η μοναξιά μου, πώς είμαι μία μάντρα φωτός! Αχ να ήμουν σκοτεινός και νυχτερινός. Πώς θα ήθελα να βυζάξω από τα στήθη του Φωτός…. Είναι νύχτα: θα'πρεπε να είναι Φώς! Και δίψα νυχτερινή! Και μοναξιά".
Τέλος στον επίλογο του "πέραν του Καλού και του Κακού" γράφει !
Ήλθε ο φίλος ο Ζαρατούστρα, ο φιλοξενούμενος των φιλοξενουμένων. Γελά τώρα ο κόσμος, το αποτρόπαιο κάλυμα σκίζεται: έφτασαν οι γάμοι για το φώς και το σκότος…
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.