Παρασκευή 10 Ιουνίου 2011

Ο ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΙΕΡΟ - ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΟΘΕΙ Η ΜΑΧΗ - PHILIP SHERRARD 3

, Στην σύγχρονη εκοσμικευμένη κοινωνία μας τίποτε απ' αυτά δεν υπάρχει, και γι' αυτό το ερώτημα αν είναι δυνατό να παραχθεί εν τη απουσία της μια τέχνη που θα διαθέτει ποιότητα ιερότητας είναι πολύ υπαρκτό. Είναι εύκολο να πούμε πως είναι δυνατό μόνο υπό τον όρο πως ο καλλιτέχνης συνδέεται με μια από τις παραδοσιακές θρησκείες που σε πείσμα των πάντων επιβιώνουν στο σύγχρονο κόσμο, να αποδέχεται την υποταγή σ' αυτή, να εκτελεί τις πνευματικές της ασκήσεις και να υιοθετεί τις καθιερωμένες από αυτή καλλιτεχνικές μορφές και μεθόδους. Αλλά αναρωτιέται κανείς αν όλα αυτά είναι τόσο απλά. Ένας καλλιτέχνης εξ ορισμού πρέπει να χρησιμοποιήσει μια εικαστική, μουσική ή λεκτική γλώσσα. Αν πρόκειται η τέχνη του να λειτουργήσει, τότε θα πρέπει αυτή η γλώσσα να είναι ζωντανή, δυναμική, ριζωμένη στην εμπειρία και την ευαισθησία του ίδιου του καλλιτέχνη. Επιπλέον , θα πρέπει να είναι μια γλώσσα που να μπορεί να επικοινωνήσει, αν όχι καθολικά σε μια συγκεκριμένη κοινωνία, τουλάχιστον με εκείνα τα τμήματά της με τα οποία ο καλλιτέχνης κατά κάποιο τρόπο ταυτίζεται. Ένας καλλιτέχνης δεν μπορεί να λειτουργήσει εν κενώ, άσχετος προς ένα συγκεκριμένο ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο. Το ένα του πόδι πρέπει να πατά στο νόμο του χρόνου και του τόπου, στον κόσμο της αλλαγής και της παροδικότητας.



Στην παραδοσιακή κοινωνία αυτή η γλώσσα του είναι εν πολλοίς δεδομένη. Του δίνεται στις μορφές και τα σύμβολα μιας θρησκείας που κυριαρχεί στο συγκεκριμένο του περίγυρο και που σημαδεύει όλες του τις ενέργειες. Φυσικά οι μορφές αυτές και τα σύμβολα μιας θρησκείας που κυριαρχεί στο συγκεκριμένο του περίγυρο και που σημαδεύει όλες του τις ενέργειες. Φυσικά οι μορφές αυτές και τα σύμβολα θα πρέπει να μετατραπούν σύμφωνα με την ιδιαίτερη ευαισθησία του και σε ανταπόκριση προς ορισμένες εσωτερικές ανάγκες της κοινωνίας που ζει στο χρόνο και στο χώρο. Αλλά οποιεσδήποτε τέτοιες αλλαγές θα πρέπει να υποτάσσονται στην κυρίαρχη συνοχή της παραδοσιακής γλώσσας την οποία χρησιμοποιεί - μια που μοιράζεται με τον περίγυρό του και μέσω της οποίας μπορεί συνεπώς να μεταδώσει σ΄αυτόν μ' ένα ζωντανό τρόπο κάποια γνώση της πνευματικής πραγματικότητας,

Στην κοινωνία μας ένας καλλιτέχνης μπορεί να θέλει να μεταδώσει μια κάποια γνώση της πνευματικής πραγματικότητας , αλλά οι συνθήκες κάτω από τις οποίες θα πρέπει να ενεργήσει έχουν τώρα ριζικά αλλάξει. Πρώτα απ΄όλα δεν διαθέτει μια δεδομένη γλώσσα, όπως σε μια παραδοσιακή κοινωνία. Θα πρέπει να βρει τη δική του γλώσσα, τη δική του φωνή. Το να πούμε πως μπορεί να βρει αυτή τη γλώσσα στις μορφές και στα σύμβολα της θρησκείας που η κοινωνία του έχει απορρίψει, υπενθυμίζοντας τα έτσι σ΄αυτή την κοινωνία, είναι σαν να αγνοούμε την άλλη πλευρά του προβλήματος : το ότι είναι ριζωμένος δηλαδή σ΄ένα ιδιαίτερο ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο και πως χρησιμοποιεί μια γλώσσα με την οποία επικοινωνεί ζωντανά και δυναμικά μ' εκείνους στους οποίους προσπαθεί να μιλήσει και για τους οποίους η γλώσσα μιας παραδοσιακής θρησκείας έχει πάψει να λειτουργεί δημιουργικά. Γιατί το να αρνηθεί ένας καλλιτέχνης να εισέλθει στη ζώσα πραγματικότητα της εποχής και του τόπου του, συμπεριλαμβανομένων όσων είναι βρομερά, τραγικά ή διεστραμμένα σ΄αυτή ή το να αρνηθεί να μιλήσει μια γλώσσα που καθρεφτίζει τη διάθεση και το πάθος της, είναι σαν να καταδικάζει την τέχνη του σε καχεξία (lifelessness) στειρότητα.





Αυτό δεν σημαίνει πως ο καλλιτέχνης θα πρέπει να στρατευθεί πολιτικά. Το να διακρίνει που και σε ποιες μορφές η φωνή της αιωνιότητας ομιλεί στους διασπασμένους τόνους ενός αποκληρωμένου χρόνου και τόπου, και το να εκφράσει αυτή τη φωνή , απαιτεί να στρατευθεί και να εκτεθεί σε ένα πολύ βαθύτερο πράγμα απ΄ότι στην απλή πολιτική. Απαιτεί μια σταθερή πίστη στην εσώτερη ύπαρξη του ανθρώπου και στη γλώσσα που πηγάζει γνήσια και όχι τεχνητά από την ψυχή του, όπως το δέντρο από την γη. Από την άποψη αυτή πρέπει να θυμηθούμε πως ο καλλιτέχνης όσο επιλέγει, άλλο τόσο είναι και σκεύος επιλογής: είναι ο κήρυκας, το όργανο - ακόμη και το θύμα - μιας δύναμης στην οποία θα πρέπει να υπακούει ως όρο για το τι είναι καλλιτέχνης. Αυτό σημαίνει μεταξύ άλλων πως ένα μεγάλο μέρος της προετοιμασίας για τη δουλειά του - η εσωτερική κυοφορία και ο τοκετός - κινείται σ΄ένα επίπεδο το οποίο δεν μπορεί συνειδητά να ελέγξει, με αποτέλεσμα να μη γνωρίζει ακριβώς το χαρακτήρα της δημιουργίας του ή τη μορφή που θα έχει ολοκληρωθεί , όπως μια μητέρα δεν μπορεί να γνωρίζει ακριβώς τη φύση του παιδιού που πρόκειται να γεννήσει ή το σχήμα που αυτό θα έχει. Μ΄αυτή την έννοια ο καλλιτέχνης κάνει αυτό που πρέπει να κάνει. Το να διαλέξει να κάνει κάτι άλλο, όσο επιθυμητό κι αν είναι αυτό για άλλες εξωτερικές ή αντικειμενικές αιτίες, είναι σαν να σακατεύεται και να ηττάται ως καλλιτέχνης. Μ΄άλλα λόγια είναι αδύνατο σ΄έναν καλλιτέχνη να συνεχίσει να χρησιμοποιεί την παραδοσιακή γλώσσα - ως συμβολισμό και ως μέθοδο -, όταν αυτή δε συνδέεται ζωντανά με τον εσωτερικό και εξωτερικό κόσμο του.




Πράγματι το καθήκον που έχει ο καλλιτέχνης να μεταδώσει κάποια γνώση της πνευματικής πραγματικότητας σε μια εκκοσμικευμένη κοινωνία, ίσως απαιτεί τη χρήση μορφών και μεθόδων που είναι ειδικά μη παραδοσιακές από λειτουργική άποψη, καθόσον μόνο μέσα από τέτοιες μορφές ίσως μπορέσει να μεταδώσει στους θεατές ή αναγνώστες ή ακροατές του μια αληθινή και ζωντανή γνώση για το πως θα είναι η ζωή τους όταν αυτή συσταλεί σ΄ένα μη πνευματικό και παραδοσιακό επίπεδο. Ίσως πρέπει να τους ενημερώσει για την κόλαση μέσα στην οποία ζουν προβάλλοντας την πάνω στη συνείδησή τους με τις μορφές της τέχνης του. Κατ΄αυτόν τον τρόπο μια τέχνη, που εμφανίζεται ως η πιο αντιπαραδοσιακή στη μορφή και στη μέθοδο της , μπορεί εξίσου να διαθέτει ένα ιερό λειτούργημα ή τουλάχιστον μια πρόθεση ιερότητας: Η Έρημη Χώρα του T. S. Eliot αποδεικνύει ακριβώς αυτό. Πέρα απ΄αυτό όμως, οι κανόνες μιας παραδοσιακής λειτουργικής τέχνης σε μια εκκοσμικευμένη κοινωνία έχει ένα ιερό λειτούργημα ή όχι.

Συνεχίζεται...





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου